Η Σωκρατική μέθοδος, γνωστή επίσης ως μέθοδος ελέγχου, ελεγκτική μέθοδος, ή Σωκρατικός διάλογος, είναι μια μορφή ομαδικού επιχειρηματολογικού διαλόγου μεταξύ ατόμων, που βασίζεται σε ερωτήσεις-απαντήσεις για να δοθεί το ερέθισμα της κριτικής σκέψη,  να εκμαιευτούν  απόψεις και υποθέσεις. Είναι μια διαλεκτική μέθοδος, η οποία περιλαμβάνει μια συζήτηση στην οποία αμφισβητείται η υπεράσπιση μιας άποψης, καθώς ένας συμμετέχων μπορεί να αντικρούσει τον άλλο, συνεπώς αποδυναμώνοντας την άποψη του. Η μέθοδος αυτή πήρε το όνομα της από τον κλασικό Έλληνα φιλόσοφο Σωκράτη και παρουσιάστηκε από αυτόν στον Θεαίτητο του Πλάτωνα ως μαιευτική.

Η Σωκρατική μέθοδος είναι μια μέθοδος απόρριψης μιας ιδέας, δεδομένου ότι θα βρεθούν καλύτερες ιδέες. Η Σωκρατική μέθοδος αναζητά γενικές, κοινές αλήθειες που διαμορφώνουν πεποιθήσεις-απόψεις και μελετά προσεκτικά την εναρμόνιση τους με άλλες απόψεις. Η βασική μορφή είναι μια σειρά ερωτήσεων που διατυπώνονται ως τεστ της λογικής και της αντίληψης με στόχο να βοηθήσουν ένα άτομο ή μια ομάδα να ανακαλύψει τις απόψεις του για κάποιο θέμα, εξετάζοντας περιγραφές ή θεμελιώδεις αρχές ώστε να καταφέρουν να ξεχωρίσουν τα γενικά χαρακτηριστικά που είναι κοινά σε διαφορετικές και συγκεκριμένες  περιπτώσεις.

Ανάπτυξη

Στο δεύτερο μισό του 5ου αιώνα π.χ., οι σοφιστές ήταν εκπαιδευτικοί που ειδικεύονταν στη χρήση εργαλείων της φιλοσοφίας και της ρητορικής για να διασκεδάσουν, να εντυπωσιάσουν ή να πείσουν τους ακροατές να αποδεχτούν την άποψη του ομιλητή. Ο Σωκράτης υποστήριξε μια εναλλακτική μέθοδο διδασκαλίας, η οποία ονομάστηκε Σωκρατική μέθοδος.

Ο Σωκράτης άρχισε να συμμετέχει σε τέτοιες συζητήσεις με τους συμπολίτες του τους Αθηναίους όταν ο φίλος του ο Χαιρεφών, επισκέφτηκε το μαντείο των Δελφών, το οποίο υποστήριζε ότι κανένας άνθρωπος στην Ελλάδα δεν ήταν σοφότερος από το Σωκράτη. Ο Σωκράτης το θεώρησε αυτό παράδοξο,  και άρχισε να χρησιμοποιεί τη Σωκρατική μέθοδο για να απαντάει στα αινίγματα του.  Ο Διογένης ο Λαέρτιος, ωστόσο, έγραψε ότι ο Πρωταγόρας ανακάλυψε τη «Σωκρατική» μέθοδο.

Ο Πλάτωνας διαμόρφωσε το Σωκρατικό ελεγκτικό στυλ στο γραπτό λόγο – παρουσιάζοντας το Σωκράτη ως τον περίεργο αμφισβητία κάποιου πασίγνωστου Αθηναίου συνομιλητή – σε κάποιους από τους πρώιμους διαλόγους του, όπως o Ευθύφρων και Ιων και η μέθοδος βρίσκεται συνήθως στους επονομαζόμενους «Σωκρατικούς διαλόγους», οι οποίοι αναπαριστούν το Σωκράτη να συμμετέχει στη μέθοδο και να αμφισβητεί τους συμπολίτες του για ηθικά και επιστημολογικά θέματα. Αλλά στους μετέπειτα διαλόγους του, όπως ο Θεαίτητος ή ο Σοφιστής, ο Πλάτων έχει διαφορετική μέθοδο στις φιλοσοφικές συζητήσεις, και πιο συγκεκριμένα τη διαλεκτική.

Μέθοδος

Έλεγχος (ἔλεγχος, «επιχείρημα διάψευσης ή κατάρριψης» είναι η βασική τεχνική της Σωκρατικής μεθόδου. Η λατινική μορφή του ελέγχου (πληθυντικός έλεγχοι) χρησιμοποιείται στα αγγλικά ως τεχνικός φιλοσοφικός όρος. H πιο συχνή μορφή επιθέτου στα Αγγλικά είναι σήμερα  elenctic; elenchic και elenchtic.

Στους πρώιμους διαλόγους του Πλάτωνα, ο έλεγχος/εξέταση/elenchus είναι η τεχνική που χρησιμοποιεί ο Σωκράτης για να ερευνήσει, για παράδειγμα, τη φύση ή τον ορισμό ηθικών εννοιών όπως η δικαιοσύνη ή η αρετή. Σύμφωνα με το Βλαστό, ακολουθεί τα παρακάτω βήματα :

Ο συνομιλητής του Σωκράτη υποστηρίζει μια άποψη, για παράδειγμα «Το θάρρος είναι η αντοχή της ψυχής», την οποία ο Σωκράτης θεωρεί λάθος και στοχεύει να την διαψεύσει. Ο Σωκράτης

πείθει τον συνομιλητή του να αποδεχτεί επιπρόσθετες υποθέσεις όπως για παράδειγμα «Το θάρρος είναι ωραίο πράγμα» και ότι η «αδαής αντοχή δεν είναι ωραίο πράγμα».

Ο Σωκράτης μετά επιχειρηματολογεί, και ο συνομιλητής συμφωνεί, ότι αυτές οι επιπρόσθετες υποθέσεις υπονοούν το αντίθετο της αρχικής θέσης, σε αυτή την περίπτωση, καταλήγει στο ότι: το θάρρος δεν είναι η αντοχή της ψυχής.

Ο Σωκράτης έπειτα ισχυρίζεται ότι έχει αποδείξει ότι η θέση του συνομιλητή του είναι λάθος και ότι η αναίρεση της είναι σωστή.

Μια ελεγκτική εξέταση μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα, πιο εξευγενισμένη, εξέταση της έννοιας που εξετάζεται, στην περίπτωση αυτή καλεί να γίνει εξέταση του ισχυρισμού : ‘Το θάρρος είναι η σοφή αντοχή της ψυχής’.  Τα περισσότερα Σωκρατικά ερωτήματα αποτελούνται μια σειρά ελέγχων και συνήθως καταλήγουν σε αμηχανία γνωστή ως απορία.

O Frede επισημαίνει ότι το συμπέρασμα του Βλαστού στο βήμα #4 παραπάνω καθιστά ανόητη της απορριπτική φύση των πρώιμων διαλόγων.  Έχοντας αποδείξει ότι μια άποψη είναι λάθος δεν αρκεί να συμπεράνουμε ότι κάποια άλλη άποψη πρέπει να είναι σωστή. Αντίθετα, οι συνομιλητές έχουν  απορία, δηλ. δεν ξέρουν ακόμα τι να πουν για το εν λόγω θέμα.  

Η ακριβής φύση του ελέγχου υπόκειται σε μεγάλη συζήτηση, ιδιαίτερα όσον αφορά εάν είναι μια θετική μέθοδος, που οδηγεί σε γνώση, ή μια αρνητική μέθοδος που χρησιμοποιείται μόνο για να αντικρούσει λάθος ισχυρισμούς για την γνώση.

Ο W. K. C. Guthrie στο «Έλληνες Φιλόσοφοι», πιστεύει ότι είναι λάθος να θεωρούμε τη Σωκρατική μέθοδο ως ένα τρόπο αναζήτησης της απάντησης σε ένα πρόβλημα, ή ένα θέμα.  Ο Guthrie ισχυρίζεται ότι η Σωκρατική μέθοδος στην πραγματικότητα στοχεύει να αποδείξει την άγνοια κάποιου. Ο Σωκράτης, σε αντίθεση με τους σοφιστές, πίστευε ότι η γνώση ήταν εφικτή, αλλά πίστευε ότι το πρώτο βήμα για τη γνώση ήταν η αναγνώριση της άγνοιας του ατόμου. Ο Guthrie γράφει, ο «[Σωκράτης] συνήθιζε να λέει ότι ο ίδιος δεν ήξερε τίποτα, και ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο έγινε σοφότερος από άλλους ανθρώπους ήταν ότι είχε επίγνωση της άγνοιας του, ενώ οι άλλοι δεν είχαν. Η ουσία της Σωκρατικής μεθόδου είναι να πείσει το συνομιλητή ότι ενώ πιστεύει ότι ξέρει τα πάντα, στην πραγματικότητα δεν τα ξέρει» {σελ. 74}.

Εφαρμογή

Ο Σωκράτης συνήθως εφάρμοζε τη μέθοδο εξέτασης του σε ιδέες που φαινόταν ότι δεν έχουν σαφή ορισμό, π.χ.  τις βασικές ηθικές έννοιες εκείνης της εποχής, τις αρετές τις ευλάβειας, της σοφίας, της εγκράτειας, του θάρρους και της δικαιοσύνης. Μια τέτοια εξέταση έθετε υπό αμφισβήτηση τις εσωτερικές ηθικές πεποιθήσεις των συνομιλητών, αναδεικνύοντας αδυναμίες και αντιφάσεις στις πεποιθήσεις τους, και συνήθως κατέληγε σε απορία. Λαμβάνοντας υπόψη του τέτοιες αδυναμίες, ο ίδιος ο Σωκράτης ισχυρίστηκε την άγνοια του, αλλά οι άλλοι ακόμα ισχυριζόταν ότι έχουν γνώσεις. Ο Σωκράτης πίστευε ότι η επίγνωση της άγνοιας του τον έκανε σοφότερο από αυτούς που ενώ ήταν αδαείς, ισχυριζόταν ότι είχαν γνώσεις. Ενώ αυτή η πεποίθηση φαίνεται παράδοξη στην αρχή, στην πραγματικότητα έδωσε τη δυνατότητα στο Σωκράτη να ανακαλύψει τα δικά του λάθη που οι άλλοι ισχυριζόταν ότι ήταν σωστά.  Αυτός ο ισχυρισμός βασίστηκε στην ρήση του μαντείου των Δελφών ότι κανένας δεν ήταν σοφότερος από το Σωκράτη.

Ο Σωκράτης χρησιμοποίησε αυτό τον ισχυρισμό της σοφίας σαν βάση της ηθικής του προτροπής.  Συνεπώς, ισχυρίστηκε ότι η  καλοσύνη συνίσταται στη φροντίδα της ψυχής όσον αφορά την ηθική αλήθεια και την ηθική κατανόηση,  ότι «ο πλούτος δεν φέρνει καλοσύνη, αλλά η καλοσύνη φέρνει πλούτο και κάθε άλλη ευλογία, στο άτομο και την πολιτεία», και ότι «ζωή χωρίς εξέταση [διάλογο] δεν αξίζει». Η Σωκρατική μέθοδος χρησιμοποιείται λαμβάνοντας αυτά υπόψη.

Το κίνητρο χρήσης στις μέρες μας αυτής της μεθόδου σε σύγκριση με το κίνητρο του Σωκράτη δεν είναι απαραίτητα το ίδιο. Ο Σωκράτης σπάνια χρησιμοποιούσε αυτή τη μέθοδο για να αναπτύξει  σταθερές θεωρίες, αντ’ αυτού χρησιμοποιούσε ένα μύθο για να τις εξηγήσει.  Ο διάλογος  Παρμενίδης δείχνει τον Παρμενίδη να χρησιμοποιεί τη Σωκρατική μέθοδο για να επισημάνει τα μειονεκτήματα της Πλατωνικής θεωρίας Ιδεών, όπως παρουσιάστηκαν από το Σωκράτη, δεν είναι ο μόνος διάλογος στον οποίο οι θεωρίες που διατυπώνονται από τον Πλάτωνα/Σωκράτη αναλύονται μέσω της διαλεκτικής. Αντί να δώσει απαντήσεις, η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε για να αναλύσει τις θεωρίες που έχουμε, “πέρα” από τα αξιώματα που θεωρούμε δεδομένα. Συνεπώς, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο μύθος και η Σωκρατική μέθοδος δεν σημαίνει ότι είναι ασυμβίβαστες, έχουν διαφορετικούς σκοπούς, και συχνά περιγράφονται ως το “αριστερό” και το “δεξί”  μονοπάτι για την καλοσύνη και τη σοφία.